Του Αλέξανδρου Κάντζη, Μηχανολόγος, Επιχειρηματίας και του Δημήτρη Μάρδα, Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ.
Το
Συμπληρωματικό Νόμισμα που προτείνεται, με τη μορφή ομολόγου, μπορεί να
χρησιμοποιηθεί και για την ανακεφαλαιοποίηση πληθώρας υπερχρεωμένων
νομικών προσώπων, όπως αγροτικών, μεταποιητικών, τεχνικών, ξενοδοχειακών
και άλλων επιχειρήσεων.
Κύριο
στοιχείο προτεραιότητας της διάσωσης θα πρέπει να είναι όχι μόνο η
διατήρηση, αλλά και η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και, στο βαθμό που
είναι εφικτό, η πιθανή συγχώνευση εταιρειών για την άμεση δημιουργία
μεγαλύτερων, βιώσιμων μονάδων.
Ένα
σύνολο δεσμεύσεων που απορρέουν τόσο από τους υφιστάμενους κανόνες
λειτουργίας του προϋπολογισμού της ΕΕ όσο και από τη Συνθήκη του
Μάαστριχτ (1993), σε συνδυασμό με ένα άλλο σύνολο ιδεοληψιών, με
πρωτοστάτες Γερμανούς πολιτικούς, εμποδίζουν την ανάπτυξη νέων μέτρων,
ικανών να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της ρευστότητας που απειλεί αυτό το
ίδιο το ευρώ. Έτσι, εναλλακτικές λύσεις, σχετικές με τον ελλειμματικό
προϋπολογισμό της ΕΕ, τα ευρω-ομόλογα, την έκδοση χρήματος από την ΕΚΤ,
παραμένουν στις καλένδες, ενώ οι φωνές για τη δημιουργία ενός
Συμπληρωματικού Νομίσματος (Complementary Currency) διαρκώς αυξάνονται. Πρόσφατα ο καθηγητής S. Brunnhuber παρουσίασε στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη μια πρόταση δημιουργίας ενός τέτοιου νομίσματος, που είναι το προϊόν μελέτης του «Club of Rome».
Στο
τεύχος του περιοδικού «Επίκαιρα» με αριθμό 170 παρουσιάσαμε μια πρόταση
συμβατή με τις απόψεις που προωθούν την πολιτική υπέρ ενός
Συμπληρωματικού Νομίσματος. H πρόταση αφορούσε
ειδικότερα σ’ ένα αναπτυξιακό («τουριστικό» όπως το επονομάσαμε)
ομόλογο εσωτερικής κυκλοφορίας, καλυμμένου με πάγιες αξίες τουριστικών
εγκαταστάσεων. Το ομόλογο αυτό δεν προσμετράται στο υπάρχον, υπόλοιπο
δημόσιο χρέος!
Στο
κείμενο που ακολουθεί παρουσιάζεται μια άλλη χρήση ομολόγων παρόμοιας
υφής. Η προτεινόμενη χρήση του προτεινόμενου Συμπληρωματικού Νομίσματος
καλείται να αντιμετωπίσει το εντονότατο πρόβλημα των χρεών των
επιχειρήσεων.
Σημείο εκκίνησης είναι το ακόλουθο: Το
85% των ελληνικών επιχειρήσεων είναι στο «κόκκινο» λόγω ύφεσης, με
άθλιους δείκτες και τραπεζική εικόνα, ως φυσικό παρεπόμενο της ίδιας της
κρίσης. Οι όροι πιθανού μελλοντικού δανεισμού με τέτοιους δείκτες θα
τις καθιστούσαν εκ προοιμίου μη βιώσιμες, δίνοντάς τους απλώς μια
αναστολή θανάτου. Εκείνες οι ελάχιστες επιχειρήσεις που θα μπορούν τότε
να δανειστούν, με εμπράγματες εξασφαλίσεις και επιτόκια τετραπλάσια και
πενταπλάσια από εκείνα των ανταγωνιστών τους στις οικονομίες του
ευρωπαϊκού Βορρά, τι μέλλον θα μπορούσαν να έχουν;
Η ανάπτυξη που ευαγγελίζεται το πολιτικό προσωπικό θα αργήσει πολύ. Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της χώρας τη μεταθέτει το 2015. Η Citibank την τοποθετεί μετά το 2016. Είναι πρακτικά δύσκολο έως τότε να έχουν επιζήσει πολλές ελληνικές επιχειρήσεις.
Το
Συμπληρωματικό Νόμισμα που προτείνεται, με τη μορφή ομολόγου, μπορεί να
χρησιμοποιηθεί και για την ανακεφαλαιοποίηση πληθώρας υπερχρεωμένων
νομικών προσώπων (αγροτικών, μεταποιητικών, τεχνικών, ξενοδοχειακών και
άλλων επιχειρήσεων). Κύριο στοιχείο προτεραιότητας της διάσωσης θα
πρέπει να είναι όχι μόνο η διατήρηση, αλλά και η δημιουργία νέων θέσεων
εργασίας και, στο βαθμό που είναι εφικτό, η πιθανή συγχώνευση εταιρειών
για την άμεση δημιουργία μεγαλύτερων, βιώσιμων μονάδων, καθώς έτσι θα
οδηγηθούν στη μείωση του κόστους παραγωγής.
Ως
προς την πρότασή μας, η οποία εύλογα προϋποθέτει αλλαγή της κουλτούρας
που διέπει τους κυβερνώντες και τους διαχειριστές τέτοιων λύσεων,
σημειώνονται τα εξής:
Αναλυτικότερα,
ως προς την ανακεφαλαιοποίηση μέσω ενός Συμπληρωματικού Νομίσματος που
θα έχει τη μορφή ενός κυκλοφορήσιμου ομολόγου:
|