Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

Πώς το barcode κατέκτησε τον κόσμο;

Το 1948 ένα στέλεχος αλυσίδας σούπερ μάρκετ εμφανίστηκε στο Drexel Institute of Technology στη Φιλαδέλφεια, με ένα αίτημα: Ήθελε από τους μηχανικούς του Ινστιτούτου να επινοήσουν μία τεχνολογική μέθοδο μέσω της οποίας θα μπορούσε να κωδικοποιεί πληροφορίες για τα προϊόντα της επιχείρησής του. Δύο τελειόφοιτοι φοιτητές, οι Bernard Silver και Ν. Joseph Woodland, ανέλαβαν τη δουλειά. Ο Woodland απέκτησε τέτοια έμμονη, ώστε παράτησε τη σχολή του για να ασχοληθεί αποκλειστικά με το πρόβλημα. Μια ημέρα εκείνου το χειμώνα καθόταν στην παραλία του Μαϊάμι χτενίζοντας αδιάφορα την άμμο με τα δάχτυλά του όταν είχε τη δική του στιγμή «εύρηκα»: μια σειρά από γραμμές διαφορετικού πλάτους θα μπορούσαν να αποκρυπτογραφηθούν ως επιμήκεις εκδόσεις της τελείας και της παύλας του κώδικα Μορς. Επρόκειτο, με άλλα λόγια, για ένα ραβδωτό κώδικα (barcode).

O Woodland έφυγε από τη ζωή την περασμένη εβδομάδα, σε μια εποχή που η τεχνολογία του είναι τόσο διαδεδομένη ώστε είναι σχεδόν αόρατη. Κουτιά δημητριακών, κονσέρβες με σούπες, βιβλία και περιοδικά, όλα φέρουν το δικό τους κωδικό προϊόντος. Οτιδήποτε αγοράζετε σε ένα σούπερ μάρκετ ή σε ένα πολυκατάστημα τον έχει επίσης. Την επόμενη φορά που κάποιος θα σας στείλει ένα δώρο από το Amazon.com (AMZN), ρίξτε μια ματιά στο πακέτο που σας παραδίδει το κούριερ. Το αυτοκόλλητο πάνω στο κουτί έχει πολλαπλούς ραβδωτούς κώδικες, όλοι έχουν να κάνουν με την καταγραφή της διαδρομής που πραγματοποιεί το πακέτο καθώς ταξιδεύει μέσω του κωδικοποιημένου με barcodes συστήματος διανομής. Επίσης δεν χρειάζεται πλέον να σαρώνουμε το προϊόν στο ταμείο στην έξοδο. Αν εξακολουθείτε να ψωνίζετε από καταστήματα BestBuy (BBY) το πιθανότερο είναι ότι περιδιαβαίνετε τους διαδρόμους κρατώντας ένα από αυτά τα smartphones και χρησιμοποιώντας μία από τις πολλές εφαρμογές με τις οποίες σκανάρετε το barcode με το κινητό και εκείνο συγκρίνει τις τιμές με άλλα καταστήματα, είτε μέσω διαδικτύου είτε όχι.

Ο ραβδωτός κώδικας υπήρξε ένας τεχνολογικός άθλος, αυτό είναι σίγουρο. Αλλά η πορεία του δεν ήταν καθόλου σίγουρη: Το προτεινόμενο σύστημα ξεκίνησε ως μια επιλογή μεταξύ πολλών σε μία διελκυστίνδα αντικρουόμενων συμφερόντων. Άρα τι ήταν αυτό που έδωσε τη δυνατότητα στο barcode να κυριαρχήσει στον κόσμο; Πώς θα μπορούσαν οι αναδυόμενες τεχνολογίες του σήμερα (εσάς κοιτάζω, πληρωμές μέσω κινητού τηλεφώνου) να επιτύχουν παρόμοια κυριαρχία;

Όπως και άλλα επιτυχημένα πρότυπα, το barcode είχε τρία βασικά συστατικά, τα οποία είναι αναγκαία, αλλά όχι, από μόνα τους επαρκή:

Απλότητα που ξεπερνά τη συνήθεια. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970, κάθε υπάλληλος σε κάθε σούπερ μάρκετ στην Αμερική έπρεπε να πληκτρολογεί άπειρες σειρές αριθμών στην ταμειακή μηχανή του. Κατά τη διαδικασία γίνονταν αμέτρητα λάθη. Πολλοί από εμάς θυμόμαστε τους γονείς μας να μελετούν τις αποδείξεις του σούπερ μάρκετ πριν φύγουν από το κατάστημα. Άσχετα από τα λάθη και όλα τα άλλα θέματα, αυτός ήταν ο τρόπος που λειτουργούσε τότε η λιανική πώληση.
Μόνο μία απλή τεχνολογία με προφανή οφέλη θα μπορούσε να νικήσει αυτή τη συνήθεια. Οι bar codes είναι απλοί και παραστατικοί – υπάρχουν άνθρωποι ακόμα που τους έχουν κάνει τατουάζ στο σώμα τους.

Ένα κεντρικό σύστημα που θα εξομάλυνε το τοπίο και θα αναλάμβανε να αντιμετωπίσει τις λεπτομέρειες. Αν κάθε σούπερ μάρκετ και κατασκευάστρια τσιπς πατάτας είχαν επιλέξει τη δική του ο καθένας τεχνολογία πληροφορίας προϊόντος, θα είχε προκληθεί χάος. Αντ΄ αυτού, μια κοινοπραξία από λιανεμπόρους και κατασκευαστές μαζεύτηκαν και επέλεξαν το UPC, ένα σύστημα της IBM στο σχεδιασμό του οποίου συνέβαλλε ο Woodland, ο οποίος εργαζόταν τότε εκεί.

Μια επιτηδευμένη, απρόσμενη και συχνά πολυδάπανη προσπάθεια «σποράς της αγοράς». Το κλασικό παράδειγμα εδώ έρχεται από τον κόσμο των πιστωτικών καρτών: Τη βροχή καρτών στο Fresno του 1958. Εκείνο τον καιρό, μόνο οι πλούσιοι είχαν πιστωτικές. Η μεσαία τάξη πλήρωνε με μετρητά ή ίσως πλήρωνε με πίστωση μέσω ενός συστήματος δόσεων. Όπως ο Joe Nocera αφηγείται στο κλασικό του “A Piece of the Action: How the Middle Class Joined the Money Class”, ένας διευθυντής της Bank of America (BAC), διαπιστώνοντας ότι ο μόνος τρόπος για να χρησιμοποιούν οι άνθρωποι τις πιστωτικές κάρτες θα ήταν αν όλοι οι γνωστοί τους το έκαναν επίσης, αποφάσισε να στείλει κάρτες σε κάθε σπίτι στο Fresno – 60 χιλιάδες στο σύνολό τους. Για την UPC, η σπορά της αγοράς ήταν λίγο πιο χαρακτηριστική: η άνθιση των Wal-Mart (WMT), που χρησιμοποιούσαν τους κωδικούς για να δημιουργήσουν ένα εντυπωσιακά αποτελεσματικό σύστημα διανομής.

Μισό αιώνα μετά το περιστατικό του Fresno Drop και την επιφοίτηση του Woodland στην παραλία, «ζυμώνεται» μια παρόμοια διαμάχη για τις τεχολογίες πληρωμής μέσω κινητών. Οι καταναλωτές δαπανούν τρισεκατομμύρια δολάρια σε όλο τον κόσμο μέσω των πιστωτικών καρτών. Η Google (GOOG), η Apple (AAPL), οι τράπεζες, οι εταιρείες πιστωτικών καρτών -όλοι προσπαθούν να βρουν τρόπους για να κερδίσουν ένα κομμάτι αυτής της αγοράς.

Μια ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι η Square, μια νεοσύστατη εταιρεία στο Σαν Φρανσίσκο, γέννημα του Jack Dorsey, ενός εκ των ιδρυτών του Twitter. Ας δούμε τα συστατικά της. Απλότητα; Ναι. Είναι ένα μικρό πλαστικό τετράγωνο που συνδέεται σε ένα iPhone ή σε ένα iPad. Μια τρανταχτή κίνηση για να κυριαρχήσει στην αγορά; Τον περασμένο μήνα η Square σύναψε συμφωνία να βρίσκεται μέσα σε 7.000 Starbucks (SBUX) στις ΗΠΑ. Ισχυρή κοινοπραξία ή διοίκηση; Ένα κουβάρι ανταγωνιστικών συμμαχιών περιγράφει καλύτερα την πραγματικότητα. Δύο στα τρία, μέχρι στιγμής, για την Square.

Πηγή: Capital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...